Πως προέκυψε η Μεσογειακή διατροφή
Πρ. Αντινομάρχης Χανίων - Δ/νων Σύμβουλος ΣΕΔΗΚ
Τα αποτελέσματα των ερευνών που έγιναν για την Κρητική διατροφή έσπευσαν να τα οικειοποιηθούν πολλοί άλλοι, κάτω από τη γενική ομπρέλα του όρου «Μεσογειακή Διατροφή». Ένα όρο που όλα και όλους τα χωρεί. Έτσι η «Κρητική Διατροφή» υποβαθμίστηκε μέσα στο αόριστο περιβάλλον της «Μεσογειακής διατροφής» και έτσι δεν μπορεί να διακρίνει κανείς ποια είναι τα χαρακτηριστικά της και ποια είναι τα στοιχεία που την διαφοροποιούν ως διατροφικό πρότυπο.
Πως έγινε λοιπόν και ιδιοποιήθηκαν άλλοι αυτή την υπόθεση;
Έχει αξία να απαντηθεί αυτό το ερώτημα σε μια εποχή που γύρω από τις διατροφές γίνεται ένας εμπορικός πόλεμος. Ποια δίαιτα είναι η καλύτερη, σε ποια προϊόντα βασίζεται και από ποια περιοχή προέρχονται αποτελούν τελικά στοιχεία που ενδιαφέρουν την αγορά.
Πως όμως προέκυψε η Μεσογειακή διατροφή;
O K. Dun Gifford, Γερουσιαστής των ΗΠΑ, άνθρωπος του τομέα τροφίμων και εστιατορίων των ΗΠΑ, μετά από μια επίσκεψη του στη χώρα του Κουμφούκιου το 1987, εντυπωσιάσθηκε από την τοπική διατροφή των Κινέζων και επιστρέφοντας στη χώρα του σκέφτηκε να δημιουργήσει ένα Ίδρυμα που να προωθεί τις παραδοσιακές διατροφές. Το ίδρυσε το 1988 στη Βοστόνη με το όνομα Oldways και με σκοπούς να προωθήσει την υγιή κατανάλωση, να ενθαρρύνει τις βιώσιμες επιλογές τροφίμων, και για να συντηρήσει τα παραδοσιακά foodways όπως δηλώνεται στο καταστατικό του.
Το ίδρυμα Oldways πρώτο κατασκεύασε τη «Μεσογειακή Διατροφή» και μάλιστα δημιούργησε τη γνωστή πυραμίδα διατροφής. Το Oldways και το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ ένωσαν τις δυνάμεις τους στη συνέχεια για να δημιουργήσουν την πρακτική διατροφή για τους Γιατρούς. Η συνταγή περπάτησε στην Ευρώπη αρχίζοντας από το Λονδίνο. Διάφορα συνέδρια πραγματοποιήθηκαν έκτοτε μ’ αυτό το θέμα. Την ευκαιρία δεν έχασε στην συνέχεια το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου, που υιοθέτησε αμέσως το πρότυπο της Μεσογειακής διατροφής για να στηρίξει το ελαιόλαδο όλων των χωρών Μελών του. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε μια γενίκευση και με βάση ένα επί μέρους στοιχείο, την χρήση του ελαιολάδου, θεωρήθηκε ότι η διατροφή των κατοίκων στις Ευρωπαϊκές Μεσογειακές χώρες, που παρουσιάζουν ως κοινό στοιχείο τη χρήση ελαιολάδου στην διατροφή, έχει τις ίδιες ευεργετικές επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων. Η μελέτη όμως των Επτά Χωρών αποδεικνύει ότι οι ευεργετικές επιδράσεις της Κρητικής Διατροφής στην υγεία είναι πολύ μεγαλύτερες από άλλες Μεσογειακές περιοχές και έτσι δεν εξηγείται η γενίκευση που έχει γίνει.
Ακόμα και στην περίπτωση του ελαιολάδου, που λέγεται ότι αποτελεί το κοινό σημείο των Μεσογειακών διατροφικών συνηθειών και από το οποίο προσδιορίζεται η Μεσογειακή διατροφή, δεν έχει την ίδια συμμετοχή στη διατροφή ως καταναλισκόμενη ποσότητα και ως συνδυασμένο υλικό με άλλες τροφές στις διάφορες μεσογειακές περιοχές, αλλά παρουσιάζει μεγάλες αποκλίσεις.
Η Κρητική διατροφή διακρίνεται από την καθολική χρήση ελαιολάδου και μάλιστα παρθένου σε μεγάλη ποσότητα, που ξεπερνά τα 25 κιλά κατ’ άτομο το χρόνο, ενώ στις άλλες Μεσογειακές χώρες κυμαίνεται από 0,5 - 11 κιλά και όχι αποκλειστικά παρθένου.
Τελείως διαφορετική είναι η παραδοσιακή διατροφή των Ελλήνων από αυτή των Αράβων, των Τούρκων, των Ισπανών, των Γάλλων, των Σέρβων, των Ιταλών των Αλγερινών κ.ο.κ. Διαφορετική είναι και η παραδοσιακή διατροφή μέσα στα ίδια τα κράτη. Έτσι, διαφορετική είναι η διατροφή στην Σικελία από τη Λομβαρδία, και στην Ανδαλουσία από την Καταλονία, όπως διαφορετική είναι και στην Κρήτη από ότι στη Μακεδονία κ.ο.κ. Στην πραγματικότητα έχουμε πολλές και διαφορετικές διατροφές στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, που ορισμένες μεταξύ τους μπορεί να χουν ορισμένα κοινά σημεία αλλά τελικά διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους.
.